poeten | loslesen | gegenlesen | kritik | tendenz | news | links | info | verlag | poet |
Spyros Arawanίs
Spyros Arawanίs Spyros Arawanίs wurde 1979 geboren. Er studierte Griechische Literatur und promovierte über Interkulturelle Bildung. Arawanis arbeitet als Journalist und Kolumnist. Seit 2006 ist er Mitherausgeber der Internetzeitschrift Poiesis. Er hat zwei Gedichtbände veröffentlicht (Die Geschichte eines Menschen 2011 und Immunität der Unkenntnis 2008) . Ο Σπύρος Αραβανής γεννήθηκε το 1979. Σπούδασε ελληνική φιλολογία και είναι διδάκτορας στο αντικείμενο της Διαπολιτισμικής Εκπαίδευσης. Συνεργάζεται ως δημοσιογράφος και αρθογράφος και συνεκδίδει από το 2006 την Επιθεώρηση Ποιητικής Τέχνης, "Ποιείν". Έχει κυκλοφορήσει δύο ποιητικά βιβλία («Ανοσία της Άγνοιας», Οδός Πανός 2008- «Η Ιστορία ενός Ανθρώπου», εκδ. Μετρονόμος 2011). Übersetzung: Jan Kuhlbrodt und Jorgos Kartakis 1. Die Kerze Heute Abend wird mir das Leben beigebracht durch eine Kerze, die nicht erlöschen will. Ich puste, und sie neigt sich, biegt einfach ihren Körper. Ich umfange sie mit Daumen und Zeigefinger und sie ruht sich aus. Heute Abend wird mir der Tod erklärt, durch eine Kerze, die nicht brennen will. Mein Finger geht in Flammen auf, aber sie weigert sich zu brennen. Ich lege sie neben das Feuer, aber sie entzündet sich nicht. Heute Abend wird mir die Unsterblichkeit offenbart durch eine Kerze, die schmilzt. Durch eine Kerze, die so schön schmilzt. (aus: Die Immunität der Unkenntnis, 2008) * * * Το Κερί Απόψε μου μαθαίνεται η ζωή μέσα από ένα κερί που δε θέλει να σβήσει. Φυσάω κι αυτό απλά γέρνει το σώμα του. Το κλείνω στα δυο μου δάκτυλα κι αυτό αναπαύεται. Απόψε μου εξηγείται ο θάνατος μέσα από από ένα κερί που δε λέει να ανάψει. Λαμπαδιάζει το δάκτυλο μου μα αυτό αρνείται. Το πλαγιάζω με τη φωτιά μα δεν φλογίζεται. Απόψε μου γνωρίζεται η αθανασία μέσα από ένα κερί που λιώνει. Μέσα από ένα κερί που λιώνει όμορφα. («Η Ανοσία της Άγνοιας», εκδ. Οδός Πανός, 2008) 2. Abends Abends besuche ich die Gräber der vergessenen Dichter und fülle ihre Blumenvasen mit Tinte. Ich erneuere mit Lippenstift das Lächeln der toten Bajazzos und leiste den Schreinen an der Straße Gesellschaft. Ich lausche dem Blechklang in alten Werften, korrigiere die Fehler auf den Pappen der Bettler, stimme die Glocken in zerfallenen Kirchen, richte die Stühle in den Häusern der Selbstmörder aus, streiche den greisen Frauen über die Haare. Dann, bei Tagesanbruch, komme ich heim einsamer als die Februartage, die nicht in den Kalender passten, und ich spüle im Waschbecken die ganze Einsamkeit von meinen Händen. (aus: Die Geschichte eines Menschen, 2011) * * * Τα βράδιαΤα βράδια επισκέπτομαι τους τάφους λησμονημένων ποιητών και γεμίζω με μελάνι τα ανθοδοχεία τους. Ανανεώνω με κραγιόν τα χαμόγελα των νεκρών παλιάτσων και κάνω συντροφιά στα εικονοστάσια των δρόμων. Αφουγκράζομαι τις λαμαρίνες στα παλιά ναυπηγεία, διορθώνω τα ορθογραφικά λάθη στα χαρτόνια των ζητιάνων, κουρδίζω τις καμπάνες στις ερειπωμένες εκκλησίες, τακτοποιώ τις καρέκλες στα σπίτια των αυτόχειρων, χαϊδεύω τα μαλλιά των γριών γυναικών. Ύστερα, το χάραμα, γυρίζω σπίτι πιο μόνος και από τις μέρες του Φεβρουαρίου που δεν χώρεσαν στο ημερολόγιο και ξεπλένω στο νιπτήρα όλη τη μοναξιά από τα χέρια μου. («Η Ιστορία ενός Ανθρώπου», Μετρονόμος 2011) 3. Ein splitternackter Mensch versuchte stundenlang, die Hände in den Taschen seines Mantels zu wärmen. „Du hast ja nichts an“, riefen die Passanten, „warum bemühst du dich also so sehr?“ '„Ihr bekreuzigt euch doch auch vor einem Gott, den ihr nie gesehen habt“, erwiderte er, und schob die Hände immer tiefer in die Taschen seines Mantels. (unveröffentlicht) * * * Ένας ολόγυμνος άνθρωπος προσπαθούσε για ώρες να ζεστάνει τα χέρια του μέσα στις τσέπες του παλτού που δεν φορούσε. «Μα αφού δεν φοράς τίποτα» τού φώναζαν οι περαστικοί «γιατί πασχίζεις τόσο;». «Κι εσείς σταυροκοπιέστε σε έναν Θεό που δεν είδατε ποτέ» απαντούσε και συνέχιζε να βαθαίνει ολοένα τα χέρια του στις τσέπες του παλτού που δεν φορούσε.(ανέκδοτο) 4. Du knöpfst das Hemd auf, als öffnetest du mit deinen Fingern eine Grabkammer. * Die reife Frucht verabschiedet sich vom Baum immer mit dem Versprechen einer Rückkehr. * In jeder Falte sieht man eine Frage, die er nie stellte. * Die Geschichte gleicht einer Zwiebel: Je tiefer du schneidest, desto mehr Tränen vergießt du. * Wir wollen den Frühling achten für die Begierden, die zu wecken ihm nicht gelang. (aus der unveröffentlichten Sammlung Bruchstücke) * * * Ξεκουμπώνεις το πουκάμισοσαν να ανοίγεις με τα δάχτυλά σου ένα κενοτάφιο. * Ο ώριμος καρπός αποχαιρετά πάντα το δέντρο με μιαν υπόσχεση γυρισμού. * Σε κάθε μια ρυτίδα βλέπει και μια ερώτηση που δεν έκανε ποτέ. * Η Ιστορία είναι σαν το κρεμμύδι: όσο τη ξεφλουδίζεις τόσο πιο πολύ δακρύζεις. * Να εκτιμούμε την Άνοιξη από τους πόθους που δεν κατάφερε να αφυπνίσει. (Από την ανέκδοτη συλλογή «Θραύσματα») Übersetzung: Jan Kuhlbrodt und Jorgos Kartakis 30.07.2013 |
|
|
poetenladen | Blumenstraße 25 | 04155 Leipzig | Germany
|
virtueller raum für dichtung
|